Διαμόρφωση, συντήρηση, πλακόστρωση, δενδροφύτευση Κεφαλόβρυσου.

Παλαιά φωτογραφία Κεφαλοβρύσου

Παλαιά φωτογραφία Κεφαλοβρύσου

Φωτογραφία Κεφαλοβρύσου (2010)

Φωτογραφία Κεφαλοβρύσου 2010

ΤΟ ΚΕΦΑΛΟΒΡΥΣΟ

Το Κεφαλόβρυσο βρίσκεται στη συμβολή των τεσσάρων κύριων δρόμων στην είσοδο του χωριού, στα αριστερά του δρόμου , κάτω από τη νέα γέφυρα και στη σκιά ενός μεγάλου πλατάνου.

Το Κεφαλόβρυσο ήταν το υδραγωγείο του χωριού. Απ’ εκεί προμηθεύονταν όλοι οι κάτοικοι νερό στα παλιά χρόνια. Κάθε κάτοικος πήγαινε στο κεφαλόβρυσο τα δοχεία του, τα γέμιζε και τα έπαιρνε στο σπίτι .Εκεί πότιζαν τα ζώα τους, απ’ εκεί αντλούσαν νερό για τα περβόλια τους. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα κεφαλόβρυσα της Κύπρου.

Κάθε μεσημέρι και απόγευμα κατηφόριζαν για το νερό του κεφαλόβρυσου εκατοντάδες ζώα ,πρόβατα, κατσίκες, αγελάδες, γαϊδούρια, για να ξεδιψάσουν. Κάθε απόγευμα πολλές γυναίκες συνήθως νεαρές ,με μια στάμνα ή κανάτα στον ώμο ξεκινούσαν απ’ όλες τις γειτονιές του χωριού για τον περίπατό τους μέχρι την περιοχή του , απέναντι από το χωριό. Εκεί κάθονταν πάνω στις πλάκες που ήταν φυσικά κατασκευασμένες σαν υπαίθριο θέατρο αγναντεύοντας το χωριό και κουβεντιάζοντας μέχρι να σουρουπώσει, γύριζαν, γεμίζοντας τα δοχεία τους από το παγωμένο νερό του κεφαλόβρυσου και το έπαιρναν σπίτι για να δροσίζεται όλη η οικογένεια με φρέσκο παγωμένο νερό, διότι δεν είχαν ακόμη παρουσιαστεί τα ψυγεία. Να σημειωθεί ότι το καλοκαίρι το νερό του κεφαλόβρυσου είναι παγωμένο και τον χειμώνα ζεστό.

Το κεφαλόβρυσο είναι κτισμένο από πέτρα της περιοχής. Αποτελείται από έξη καμάρες που στην κάθε μια υπάρχει μια πέτρινη χολέτρα, όπου έτρεχε το φυσικό νερό. Από τις χολέτρες το νερό κατέληγε σε κτισμένο πέτρινο αυλάκι που αυτό διοχέτευε το νερό στο πίσω μέρος των χολέτρων το λεγόμενο . Μπροστά από τις καμάρες κτίστηκαν μια σειρά από τσιμεντένιες γούρνες, όπου γέμιζαν με νερό για να πίνουν τα ζώα. Απ’ εκεί το νερό διοχετευόταν είτε στο πέτρινο αυλάκι, είτε στην υπόγεια σήραγγα μήκους ενός χιλιομέτρου περίπου που κατέληγε στο παλιό πλυσταριό. Στο σημείο αυτό κατέληγε και το νερό του πετραύλακου. Ενωμένα και τα δύο νερά κατέληγαν στο κάτω αυλάκι, , σε μια τεχνητή τσιμεντένια γούρνα όπου εκεί πότιζαν τα ζώα όσοι έρχονταν από τα περβόλια και την κάτω πλευρά του χωριού. Εν συνεχεία το νερό μέσω αυλακιού και υπό την επιτήρηση του νεροφόρου, με καθορισμένη ώρα, πότιζε ο κάθε κάτοικος το περβόλι του. Τώρα το νερό καταλήγει σε δεξαμενή, από όπου και γίνεται κατανομή με σωλήνες στα περβόλια.

Το κεφαλόβρυσο αναστηλώθηκε, πλακοστρώθηκε, δενδροφυτεύτηκε από συνδρομή του Συνδέσμου Αποδήμων Κρήτου-Τέρρας , του Σχεδίου και τον Κου Αναστάσιου Λεβέντη.

Η φυσική ροή νερού μετά τους σεισμούς και μετά τις συνεχείς ανομβρίες, άρχισε να λιγοστεύει και η κοινότητα αναγκάστηκε να κάνει δύο διατρήσεις για σκοπούς άρδευσης των περβολιών και επαναφοράς ροής νερού στο κεφαλόβρυσο. Η δε κοινότητα υδροδοτείται από άλλες διατρήσεις, κατ’ οίκον.

Δίπλα από το κεφαλόβρυσο ξεκινούσε μια άλλη υπόγεια σήραγγα που λέγεται ότι ενώνεται με το άνοιγμα του Αγίου Ευσέβιου, αλλά έχει σκεπαστεί από τον δρόμο που οδηγεί δεξιά προς την άνω πλευρά του χωριού.

Πίσω από το νέο γεφύρι υπάρχει η κοίτη του ρυακιού που ονομάζεται . Κάτω από την κοίτη στην αριστερή και στη δεξιά όχθη βρίσκονται τα λαγούμια που συσσώρευαν το νερό και το μετέφεραν στο κεφαλόβρυσο. Στον χώρο αυτό γινόταν διάφορες καλοκαιρινές εκδηλώσεις διότι είχε αρκετή σκιά και κρύα δροσιά . Γι’ αυτό ο φιλοπρόοδος πρώην κοινοτάρχης, Μακαριστός Φίλιππος Κωνσταντίνου ( Μάππας), είχε κατασκευάσει χαμηλά τσιμεντένια τραπεζάκια για να κάθονται και να διασκεδάζουν οι κάτοικοι αλλά και να χρησιμοποιούνται ως εμπόδια, όταν κατέβαιναν ορμητικά τα νερά του χειμώνα ώστε να μην παρασύρουν το παλιό όμορφο, καμαρωτό, πέτρινο γεφύρι, που αποτελούσε τη μοναδική έξοδο συγκοινωνίας του χωριού. Το γεφύρι αυτό χαλάστηκε για να πάρει τη θέση του το σημερινό τσιμεντένιο γεφύρι, που έθαψε τη θέα και την καλαισθησία του κεφαλόβρυσου.